Tου
Νίκου Βούτση*
«Δεν υπάρχει αυθεντική αντανάκλαση και αντιστοιχία των κοινωνικών διεργασιών με τις πολιτικές εξελίξεις και εν τέλει με τη διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού». Αυτή η έκφραση και άλλες με το ίδιο νόημα υπήρχαν πάντοτε, διαχρονικά θα έλεγε κανείς, από το ’74 μέχρι το ’86, μέσα στα ντοκουμέντα, τις εκλογικές διακηρύξεις, αλλά και – κυρίως – στους εκλογικούς απολογισμούς του κόμματός μας, του Κ.Κ.Ε. Εσωτερικού.
Η παραπάνω εκτίμηση ήταν πραγματική, στο βαθμό που οι στρεβλώσεις του δικομματικού συστήματος, τα πλαστά διλήμματα και οι διαδοχικοί εκλογικοί νόμοι, εξυπηρετούσαν ακριβώς αυτή την ανάγκη, δηλαδή να χάνονται και να ενσωματώνονται οι κοινωνικές – ταξικές διεργασίες της κάθε περιόδου μέσα στο χωνευτήρι της ρητορείας και των πελατειακών μηχανισμών του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Βεβαίως, η διαχείριση αυτής της εκτίμησης αρκετές φορές χρησιμοποιούνταν ως βάλσαμο και ως άλλοθι για μικρά εκλογικά ποσοστά της αριστεράς, χωρίς ποτέ να βρούμε εκείνες τις λύσεις και στα μετέπειτα χρόνια της επικράτησης των ιδιωτικών μίντια, ώστε να σπάσει αυτό το τείχος που «αλλοίωνε» τη ψήφο των εργαζομένων.
Το μικρό διάλειμμα του ’88-’89 με το ενωτικό πείραμα του τότε ΣΥΝ ολοκλήρωσε γρήγορα τη δυναμική του, καθώς υπονομεύτηκε από την ίδια τη φερεγγυότητα και τη συνοχή του σχήματος με αποτέλεσμα να καταλήξει σε ένα νέο εικοσαετή εμφύλιο ανάμεσα στις δυνάμεις της αριστεράς.
Νέα κατάσταση, νέα ακροατήρια
Σήμερα, καθώς βιώνουμε τον τρίτο χρόνο της κρίσης, τα πράγματα είναι διαφορετικά, πολύ διαφορετικά και πολύ ενθαρρυντικά ως προς το κεντρικό αυτό ζήτημα για τη διαμόρφωση των πολιτικών συσχετισμών. Υπάρχουν και αντέχουν μεγάλα ακροατήρια και εκατοντάδες χιλιάδες εν δυνάμει ψηφοφόρων της αριστεράς, που προέρχονται, σε ευθεία αντανάκλαση, μέσα από το καμίνι του κοινωνικο-ταξικού πολέμου που διεξάγεται εν ονόματι και για την υπέρβαση της κρίσης. Δοκιμάζονται στερεότυπα και ιστορικότητες που παραδοσιακά διαμόρφωναν την ψήφο ολόκληρων οικογενειών και περιφερειών από τον εμφύλιο κιόλας μέχρι σήμερα, δοκιμάζονται και τροποποιούνται οι πολλαπλές δεσμεύσεις που είχε οικοδομήσει το πελατειακό κράτος υπό τη σκέπη του πολύχρονου δικομματισμού από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα.
Την τάση αυτή οι αστικές δυνάμεις βολεύονται να την ονομάζουν «τιμωρητική ψήφο» και επιχειρούν μέσω και των δημοσκοπήσεων να την αντιδιαστείλουν με μια δήθεν άλλη τάση «αναζήτησης της εναλλακτικής πρότασης μέσα από την ευθύνη για την πορεία και το μέλλον της χώρας». Προφανώς, αυτή η προπαγάνδα εντάσσεται οργανικά στην απέλπιδα προσπάθεια διάρρηξης της τομής ανάμεσα σε μνημονιακές-αντιμνημονιακές δυνάμεις με στόχο την αποενοχοποίηση του ΠΑΣΟΚ, της Ν.Δ. και των δορυφορικών τους σχημάτων.
Η ώρα της αριστεράς
Το όλο και πιο μεγάλο ακροατήριο της δικιάς μας, της ριζοσπαστικής αριστεράς αντιλαμβάνεται ότι στοιχείο που απελευθερώνει το παραπαίον πολιτικό σύστημα, αποτελεί η σημερινή πρωτοφανής δυνατότητα να μετατραπεί η κοινωνική πλειοψηφία που διαμορφώθηκε μέσα από τους αγώνες για την ανατροπή του μνημονίου σε προοδευτική πολιτική πλειοψηφία. Ότι, επίσης, αυτή η δυνατότητα ανοίγει δρόμους και επικοινωνεί με αντίστοιχες διεργασίες μέσα στις άγρια πληττόμενες από τις πολιτικές λιτότητας κοινωνίες των ευρωπαϊκών χωρών. Με αυτή την έννοια είναι σωστό να λέμε ότι «ήρθε η ώρα της αριστεράς» και για τον ρεαλισμό που έχει η διαμόρφωση και προβολή εναλλακτικής αριστερής πρότασης για την κρίση ακόμα και στο επίπεδο της διακυβέρνησης.
Ας ελπίσουμε ότι η εντολή του κόσμου της αριστεράς και των ευρύτερων λαϊκών δυνάμεων στις 6 του Μάη θα είναι τέτοια που αυτά, τα παραπάνω, τα αυτονόητα, θα τα αντιληφθεί και η ηγεσία του ΚΚΕ. Γιατί «οι καιροί ου μενετοί» και γιατί τα σημερινά μεγάλα ακροατήρια απαιτούν να μη διαψευστούν για μια ακόμη φορά.
* Ο Νίκος Βούτσης είναι υποψήφιος βουλευτής με τον ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ στην Α΄ Αθήνας.
Η Εποχή
29/4/2012